Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2015

Εγχειρίδιο πούστικου φόνου για πειραγμένους - Ο Τρίτωνας

Ο Σάκης βγήκε βιαστικά από τη μπανιέρα, όπου έκανε ένα δροσιστικό ντουζάκι, έτσι για να φύγει ο ιδρώτας και η κάπνα της πόλης. Σκουπίστηκε καλά καλά, και φόρεσε ένα καθαρό βρακί, σαν να ‘ξερε. Έφτιαξε τα μαλλιά του να είναι σαν να μην τα έφτιαξε, φόρεσε μία από τις ίδιες μαύρες βερμούδες του, μία από τις αντίστοιχες μαύρες μπλούζες του, τα μαύρα του αθλητικά παπούτσια, έβαλε λίγο κρεμούλα στο φρέσκο του τατού για να γυαλίζει, πέρασε το κράνος του στον αγκώνα και πήρε το μηχανάκι του να ανέβει για γνωστό λόφο του κέντρου της Αθήνας, όπου είχαν συναυλία με τη χιπ χοπ μπάντα του.  

Μόλις έφτασε λίγο κάτω από το λόφο και κλείδωσε το μηχανάκι του, είδε με την άκρη του ματιού του μια παρέα από αδερφές που άραζαν παραπέρα, σαν κάποιον να περιμένουν. Δεν τους χαιρέτησε, αν και τους ξέρει και μάλιστα από παλιά, αλλά τελοσπάντον δεν μιλάνε. Ούτε αυτοί του μιλάνε από τότε που του ζητήσανε να αλλάξει τους στίχους του σε ένα κομμάτι επειδή και καλά ήταν ομοφοβικοί και σεξιστικοί, ενώ αυτός πραγματικά δεν έχει κανένα πρόβλημα με τους γκέι, ας κάνει ο καθένας ότι θέλει, κι ας εκφράζεται όπως θέλει γιατί αυτό είναι ελευθερία και άρα κι αυτός που εκφράζεται μέσα από τη μουσική του και τον στίχο του μπορεί να λέει τους μπάτσους, τους δικαστές και τα αφεντικά μουνιά και πούστηδες που γουστάρουν να τον παίρνουν κι ότι αυτός θα τους βάλει διάφορα στον κώλο τους, γιατί δεν εννοεί τους πραγματικούς γκέι, αλλά είναι η χρήση της γλώσσας καταλαβές; κι άλλωστε έτσι είναι το χιπ χοπ κι όσοι δε θέλουν να ακούν τέτοια να πάνε σε καμιά εκκλησία, και δεν καταλαβαίνω γιατί το κάνουν τόσο θέμα πια, κι αυτόν τον ενοχλούν πράγματα αλλά δεν πάει και στην συναυλία του άλλου να φωνάξει σύνθημα, αν είναι δυνατόν, σε αυτόν; συνθήματα; και τρικάκια; πάμε καλά; να του χαλάσουν τη συναυλία; θα τα γαμήσει τα μαλακισμένα, και τις φιλενάδες τους που την είδαν τελευταία φεμινίστριες, αλλά δεν ασχολούνται με τίποτα άλλο από το να ψάχνουν να βρουν κάτι για να πουν, αντί να κάνουν τίποτα για τους πραγματικούς εχθρούς εκεί έξω, πραγματικά δηλαδή, σηκώθηκαν τα πόδια να βαρέσουν το κεφάλι, και γιατί τώρα με κοιτάν έτσι και γιατί ήρθαν πάλι σήμερα εδώ και δεν πήγαν να γαμηθούν σε κανένα γκέι μπαρ; τι κοιτάν ρε μαλάκα, μήπως γουστάρουν;   

Με τέτοιες σκέψεις στο κεφάλι του, πέρασε δίπλα από τις τρεις αδερφές, και μπήκε στο μονοπάτι για το λόφο. Το πρώτο μέρος του σχεδίου είχε ολοκληρωθεί με απόλυτη επιτυχία. Οι αδερφές είχαν δει που και ποια είναι η μηχανή του. Μετά από λίγο κι οι τρεις τους πλησίασα τη μηχανή, κρύφτηκαν από πίσω της και έριξαν ένα κατούρημα. 
Κατά τη διάρκεια της συναυλίας οι τρεις αδερφές συναντήθηκαν με άλλες, και με κάτι λεσβίες, και μετά με κάτι άλλα παιδιά, αλλά πάντα επέλεγαν να στέκονται σε σημείο που τους επέτρεπε οπτική επαφή με τον Τρίτωνα, ο οποίος με το κράνος στον αγκώνα γυρνούσε από πηγαδάκι σε πηγαδάκι, έκανε με τους επίσης μαυροφορεμένους φίλους του χάι φάιβ σε διάφορες εκδοχές, με μπουνιές, παλάμες, δάχτυλα, έκανε κεφαλοκλειδώματα, πολεμικές λαβές, αγκαλιές, ποικίλα χουφτώματα, τσιμπηματάκια και τέλος πάντων όλα αυτά που κάνουν οι άντρες μεταξύ τους, πάντα υπό το άγρυπνο βλέμμα των αδερφών που είχαν εστιάσει στις λαχταριστά αναγνωρίσιμες γάμπες του για να μην τον χάνουνε στο πλήθος, συχνά αναφωνώντας “κρίμα” μεταξύ τους - ειδικά όταν εκείνος έξυνε τον κώλο του - τσουγκρίζοντας τις μπίρες τους και γελώντας με ένα νόημα που μοιράζονταν μόνο μεταξύ τους. 

Η ώρα πέρασε, και ήρθε η ώρα του Τρίτωνα, να ακουμπήσει επιτέλους κάτω το κράνος του για να ανέβει στη σκηνή, αφήνοντας τον αγκώνα του εντελώς απροστάτευτο για όση ώρα θα διαρκούσε η εμφάνισή του. Ήταν ώρα για το τρίτο και τελευταίο μέρος του σχεδίου. Οι αδερφές άφησαν να περάσουν τα δυο πρώτα κομμάτια και σιγά σιγά και διακριτικά, πέρασαν ανάμεσα στον κόσμο που παραληρούσε με τις ανοησίες του Τρίτωνα για την πόλη, την πολιτική, τις γκόμενες, τη μουσική κτλ κτλ και βρέθηκαν μπροστά στη σκηνή, υπό του απορημένου βλέμματος του Τρίτωνα, που σκέφτηκε κάτι του στιλ βρε λες να κάνουν καμιά μαλακία πάλι; μπα μωρέ, έχουν καιρό που τα παράτησαν αυτά, κατάλαβαν πως ό,τι και να λένε κανένας δε θα τους δίνει σημασία κι εγώ θα συνεχίζω να λέω τα δικά μου και όπως και να έχει εγώ θα πω τους στίχους μου κανονικά. Κι έτσι κι έκανε πράγματι. Όταν ήρθε η ώρα για το επίμαχο κομμάτι, είπε τους ομοφοβικούς του στίχους περήφανα, δυνατά, και καθαρά κοιτώντας που και που τις αδερφές που του χαμογελούσαν κάπως περίεργα είναι η αλήθεια, και πίνοντας από αυτό το μπουκάλι ουίσκι που πώς βρέθηκε ξαφνικά δίπλα στα πόδια του; και δεν έχει καν βαλβίδα οπότε κατεβαίνει σε μεγάλες γουλιές αλλά δεν πειράζει, καλύτερα έτσι γιατί είναι και γαμώ τις συναυλίες ρε, μέχρι και οι αδερφές γουστάρουν ρε μαλακά, αυτά είναι, η μουσική ρε, επιτέλους. 

Όταν τελείωσε η εμφάνισή του, ευχαρίστησε το κοινό του όπως είθισται, κατέβηκε από τη σκηνή κρατώντας ότι είχε μείνει από το ουίσκι, πέρασε πάλι το κράνος στον αγκώνα και πήγε να κάνει ένα τσιγάρο, περνώντας πάλι δίπλα από τις τρεις αδερφές που πίνανε τις μπίρες τους και χαχανίζανε, για να βρει το κοινό του και να ακούσει να του λένε πόσο καλός ήταν και να απαντήσει κάτι σαν ‘ντάξει μωρέ ο ήχος δεν ήταν πολύ καλός αλλά τι να κάνεις. Έκανε μερικά ακόμα χάι φάιβ, έλαβε κάποιους τελευταίους ασπασμούς από κάτι ομοιόμορφούς του, κι έφυγε προς τη μηχανή του. 

Οι αδερφές κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και πήγαν στο μπαρ να πάρουν από μία μπίρα ακόμα, άναψαν τσιγάρο και έκατσαν σε ένα πεζούλι περιμένοντας. Δεν πέρασαν είκοσι λεπτά μέχρι να αρχίσει να διαδίδεται η πληροφορία στόμα με στόμα με διάφορους τρόπους όπου οι λέξεις με την μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης ήταν: Τρίτωνας, κολόνα, μηχανή, ασθενοφόρο, μυαλά, νεκρός, κρίμα, κράνος, νέος, μεθυσμένος, πω πω, κτλ. 
Τσούγκρισαν μια τελευταία φορά τις μπίρες τους, αλλά πολύ πιο διακριτικά αυτή τη φορά, χαμήλωσαν το βλέμμα, και έφυγαν από τον πίσω δρόμο γιατί αλλιώς θα έπεφταν πάνω στο ατύχημα και δεν τα μπορούν τα αίματα. 

Στο δρόμο για ένα τελευταίο κοκτέιλ σε ένα κοντινό γκέι μπαρ, σχολίαζαν ότι πράγματι στο ίντερνετ βρίσκεις τα πάντα και ότι ήταν πράγματι τόσο εύκολο όσο φαινόταν να αφήσουν τη μηχανή του να κρυώσει λίγο και μετά να πάρουν με το δάχτυλο λίγο γράσο από την αλυσίδα και να το πασαλείψουν στους μεταλλικούς δίσκους που βρίσκονται στις ρόδες και που όπως έμαθαν λέγονται δισκόφρενα, και πράγματι ήταν όσο αποτελεσματικό λέγανε τα σχόλια στο φόρουμ, σε συνδυασμό βέβαια με κάμποσο αλκοόλ, μια απότομη κατηφόρα κι ένα κράνος να προστατεύει το χτένισμα και τον αγκώνα. Και μετά τις τεχνικές λεπτομέρειες η κουβέντα πήγε στο αν αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί απλά direct action ή violent direct action, ή αν κινείται στα όρια του ένοπλου αγώνα, ή μήπως δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κάτι ένοπλο από τη στιγμή που δεν πρόκειται ποτέ να ηρωοποιηθούν μέσα από τη σύλληψή τους.  


Ο Τρίτωνας ξεχάστηκε σχετικά σύντομα και το επίμαχο κομμάτι ακουγόταν πολύ σπάνια. Σχετικά σύντομα επίσης εμφανίστηκε δίπλα από την κολόνα που έσκασε το κεφάλι του, ένα μικρό εκκλησάκι, προφανώς υπό την ανοχή του δήμου και με πρωτοβουλία της μάνας του από την οποία όπως αποδείχτηκε είχε πάρει και τις γάμπες, με μία εικονίτσα, ένα καντηλάκι, ένα γύψινο σταυρό κτλ, και μία επιγραφή που έλεγε κάτι σαν αδικοχαμένος γιος και άνθος ηλικίας, αλλά το πλήρες κείμενο δεν είναι διακριτό, ούτε η φωτογραφία του, γιατί τα έχουν καταχέσει τα περιστέρια. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου